Thursday, June 01, 2006

Εφιάλτες (για τον φίλο μου τον Θ.)

Θλιμμένα μάτια κοιτάζουν τ' αστέρια
φαντάσματα από το παρελθόν στο παρασκήνιο
καθώς νυχτώνει, το θηρίο της οργής
τα στήθια του φουσκώνει

Με γυμνά πόδια τρέχει στα χαλίκια
αναστενάζει από τον πόνο και γονατίζει
μια χούφτά χώμα μέσα απ' την παλάμη του κυλά
και έντονοι σπασμοί ακολουθούν.

Η οργισμένη φωνή του καλύπτει τη βοή
του ανέμου, και ο πόνος μεγαλώνει.
Αχανείς ερωτήσεις δίχως απάντηση τον πνίγουν
το φορτίο του τον αναγκάζει να ξαπλώσει

Εφιάλτης, προδωσία,
μαύρα σκυλιά τον βασανίζουν
αιμοδιψή κοράκια περιμένουν
οργή, κατάρες, στενοχώρια.

Απόρρησα... Τι βασανίζει τον θνητό;
Με τι μορφή ομίχλης να τον πλησίασω;
και κοίταξα στα μάτια του
και προσπαθώντας τότε να καταλάβω τι τον βασανίζει.
είδα μάτια που λιώνουν και γίνονται δάκρυα
λόγια πόνου που αιμοραγούσαν απ' το στόμα του
και συνεχώς η ίδια ερώτηση
Γιατί;
Γιατί;

Απορούσε για τη συμπεριφορά της
απορρούσε για την προσεγγισή της
χρόνια τώρα τον κορόιδευε
χρόνια τώρα τον βασάνιζε.

Ρίγησα από την ένταση των αντιδράσεών του
θυμίθηκα τον εαυτό μου, όταν ζούσα σαν θνητός
τότε που η κατάρα της απόρριψης ήταν δυνατή
τότε που η μοναξιά στοίχειωνε μόνιμα την δική μου τη ζωή

Μάζεψα όλο το κουράγιο μου και όλη τη δύναμή μου
και παρουσιάστηκα μπροστά στο φίλο μου
τον έπιασα απ' τον ώμο και τον ρώτησα
"Τι σε βασανίζει αδερφέ
Τι σε βασανίζει φίλε μου;"

Σήκωσε το βλέμμα απορρώντας
ξαφνιασμένος από την εμφάνισή μου
και τότε θυμίθηκα αισθήματα απόγνωσης
"Είσαι σίγουρος ότι θέλεις να είσαι εδώ;" με ρώτησε

"Η παρουσία μου επιβάλεται
είναι ο λόγος που επέστρεψα
σε αυτόν το κόσμο των ηλιθίων
να βοηθήσω χωρίς να ζητώ πληρωμή
Τόσους άσχετους βοήθησα, εσένα αδερφέ
θα αντέξω να ξεχάσω; Πές μου τι; Τι σε βασανίζει;"

Ψυθιρίζοντας τα παραπάνω γονάτισα και κάθησα δίπλα του
Αργά, σαν να μετρούσε κάθε δευτερόλεπτο, ανασκουμπώθηκε
άνοιξε το μικρό φλασκί με το κρασί και ήπιε
προσπαθώντας να πάρει κουράγιο.

"Αδερφέ, μακάρι νά 'μουν σαν και εσένα
γυναίκας η φλογερή λεπίδα να μην σ'αγγίζει
της κατάρας των θεών η αύρα να μη σε σφύζει
γιατί πάντα να βγαίνω τελευταίος και εξαπατημένος;

Μακάρι να σ'είχα ακούσει, μακάρι νά 'μουν σαν εσένα
μιας μονάχα γυναίκας η ματιά να μην σε καίει
και η άμυνές σου ποτέ να μην υποχωρούν
και ποτέ να μη ρωτάς εκτός απο εσένα ποιός άλλος φταίει;"

Απόρρησα με το πόσο λίγο
ο φίλος μου με ήξερε
απόρρησα γιατί αυτός
καταλάβαινε μόνο όσα ήθελε

"Κανείς δεν είναι τέλειος
και πρώτυπο σωστό.
Κανείς δεν βρίσκεται εδώ
για να σε σώσει απ' τον πόνο

Ήρθα από τους χώρους του φωτός
απλά για να σ'ακούσω, όχι σύγκριση
κακόγουστη να κάνω και να αρχίσω.
Πές μου λοιπόν τι είναι αυτό
που πραγματικά σε βασανίζει;"

Μια λάμψη θλίψης στα μάτια του
και ένα δείγμα οργής στη φωνή του
"Αδερφέ, αυτό που με βασανίζει
το ξέρεις πολύ καλά εξ' αλλου
αυτό σε βασανίζει και εσένα
και σε κάνει σκοτεινό.
Αυτό σε κάνει σκοτεινο
απρόσιτο και απόμακρο
αυτό σε κάνει δύσκολο και ανέκφραστο
αυτό σε αφήνει μόνο"

Άπλωσα το χέρι μου και έσβησα τ'αστέρια
κοίταξα το φεγγάρι και άλλαξα το χρώμα του
"Μόνος μου ζώ, του είπα, όλα αυτά τα χρόνια
γιατί στο όρος των θεών μονάχος σου μπαίνεις"

Καθώς ο εφιάλτης πλησίαζε το τέλος
και οι ήχοι χάνονταν στο σκοτάδι του ύπνου
ο φίλος μου ψυθίρισε
"Μόνος δεν μπορεί κανένας
είτε θεός είναι ... είτε τέρας"

No comments: