Thursday, October 16, 2008

Αβίαστα

Μέσα στις σπηλιές, ζούσα τη ζωή
τρεφόταν η ψυχή μου με άγνοια
με κομμάτια στεγνής σάρκας σκότους
δίχως αίμα, δίχως φώς, δίχως λόγο
 
Μέσα στο θολό, ζούσα το θάνατο
ξεθώριαζε η ψυχή μου από χρώματα
το αίμα μού έβραζε μισος και οργή
αναπνοή μια ευχή, για χάδι εκδίκησης

Άφωνος στάθηκα σα κοίταξα
το βλέμμα της πως θάμπωνε κάθε άλλη εικόνα
Άφωνος στάθηκα και άκουσα
λέξεις και ήχους της να καλύπτουνε κάθε άλλο ήχο

Πες μου κόρη του σπασμένου καθρέφτη
πες μου που βρίσκεται ο πύργος σου να έρθω
ποιό δρόμο να βαδίσω σα προσκυνητής για να σε βρω
ποιο βασίλειο πρέπει να διαλύσω για να 'ρθώ
Τι μαγική λέξη αλήθειας πρέπει να ουρλιάξω
Τι κρασί πρέπει να πιω για να σ'ονειρευτώ;

Κι αν δυο σκοτεινιασμένες ψυχές σμίξουν
φως και λάμψεις γεμίζει ο κόσμος γύρω
σαν δυο κατασκότεινα σύννεφα συγκρουστούν
αστραπές, ηλεκτρισμός και κεραυνούς παράγουν 

Κι η ανάσα βαραίνει
οι αισθήσεις λιώνουν σε όνειρο
νέα μάτια ανοίγουν, νέα παράθυρα
σε άλλους κόσμους
καθρέπτες, πόρτες, πύλες
μπαίνεις και βγαίνεις, απλά,
αβίαστα
 
Μες τις σκιές αχνίζει το πρόσωπό της
Μές τους ψιθύρους της σιωπής ηχεί η φωνή της
και σαν η σκέψη φεύγει και ενώνεται με τον αιθέρα
τότε όλα γίνονται ένα και ταυτόχρονα πολλά
οι ήχοι, οι εικόνες, η αφή, οι χτύποι, το σφίξιμο, το φίλι
αβίαστα

Tuesday, October 14, 2008

Φοβάσαι

Τρέμοντας αγγίξαμε το φώς
με δέος οι ανάσες μας ενώθηκαν
σε ήχους αφυσικούς για τότε
εκείνη τη χρονιά έβρεχε
 
Σήμερα, όταν ξύπνησα τα μάτια μου πέσαν πάνω στα σύννεφα
Πάλι βρέχει.
 
Πίσω από χαμόγελα κρύψαμε τη περιέργειά μας
Πίσω από τα μάτια μας κρύψαμε τους φόβους μας
Πίσω από τα βλέμματα μας κρύψαμε την αγάπη μας.
 
Σήμερα, όταν περπάτησα προς το ρυάκι παρατήρησα τα σύννεφα
Πάλι θα βρέξει.
 
Ένα χάδι σπάει τη μάσκα
το βλέμμα ραγίζει
και τα μάτια σαν πληγές
αιμοραγούν δάκρυα
χείλη τρέμουν
βαθιά ανάσα καλύπτει το κενό
χτύποι μιας καρδιας
και ένα τρέμουλο
μια αγκαλιά
 
Σήμερα, όταν γύρισα στο δωμάτιό μου είδα δυο χρώματα.
Μπλε και Κοκκινο
 
Θυσίασα το όνομα το υιου
στο όνομα του Πατέρα
γέμισε το ποτήρι μου με αίμα
ο αμνός θυσιάστηκε και πάλι
Υψώσαμε το ποτήρι
αφουγκραστήκαμε και ήπιαμε

Μισοί μες τη ζωή βαδίζουμε
ψάχνοντας σαν τυφλοί
με τα μάτια μας στα δάχτυλα
να αγγίξουμε
να νιώσουμε
να γευτούμε
κάτι οικίο, μα και τόσο διαφορετικό

Σήμερα, το φαγητό ήταν άγευστο. Το νερό δε ξεδιψούσε.
Πάλι Πεινάω. Πάλι διψάω.

Δειλό στην αρχή
μετά απότομα γρήγορο
μετά σταθερό, πιο ώριμο
μετά παιχνιδιάρικο, εξερευνητικό
και τέλος αποχαιρετιστηριο.
 
Σήμερα, είπες πως θυμάσαι ακόμα τη μυρωδιά.
Πάλι θυμίθηκα τη Γεύση
 
Μια φωνή
γεμάτη αγάπη
γεμάτη θέρμη
γεμάτη χαρά
εκφράζει φόβο.
 
Αράχνες του παρελθόντος
φυλακίζουν τις αθώες ψυχές μας
έρμαια κακών αναμνήσεων
εμπνέουν εφιάλτες, ανησυχίες
ανασφάλεις και φόβους.
 
Σήμερα, φοβήθηκες πως θα μαλώναμε
Σήμερα, φοβήθηκες πως θα έπρεπε να αλλάξεις ότι πιστεύεις
Σήμερα, φοβήθηκες πως θα φύγω
Σήμερα, φοβήθηκες πως θα μείνεις μόνη.
 
Πώς να μαλώσω με τον εαυτό μου;
Πώς να αναγκάσω να αλλάξω τα πιστεύω από το χαμόγελό μου;
Πώς να φύγω απ' τον αέρα που αναπνέω;
Πως να αφήσω μόνη τη Καρδιά μου;
 
Ο αερας που αναπνέω
εισπνοή και εκπνοή
Η καρδιά που χτυπάει
και με κρατά στη ζωή
Το φώς που χτυπα τα μάτια μου
και βλέπουνε κάτι στο σκοτάδι
Η φλόγα του κεριού
η ψυχή στο σώμα μου
εσύ είσαι όλα αυτά
εσύ είσαι και η χαρα
εσύ είσαι και η λύπη
και το δάκρυ που δραπέτευσε για πρώτη φορά
το φύλαξα θυσαυρό, απόδειξη πως να, κι εγώ ζω
και αυτό ακόμα, σε σένα το χρωστώ

Saturday, September 13, 2008

Σκοτεινέ Μορφέα

Άγνωστε θεέ πήγαινε και πες τους
πως ήλθα μιαν αυγή και τους είδα
μόνους να κάθονται μέσα στα πλήθη
ο ένας κοιτώντας τη πλάτη του άλλου

Και απόρρησα...

Υπνοβατώντας ξύπνιοι
ζητιανεύουν στην ομίχλη, τυφλοί
με ορθωμένα τα χέρια περπατώντας
βλέπουνε έχοντας τα μάτια στα δάχτυλα

Και έκλεισα τα μάτια μου...

Όνειρο ασπρόμαυρο, δίχως χρώματα
οσμές ξερές, σχεδόν ανύπαρκτες
ήχοι δυσνόητοι, παρουσία ψυθίρων
με ανήσυχες καρδιές να ηχούν χτύπους αγωνιας

και στήθηκα να ακούσω...

Κι οταν δάχτυλα συναντουν άλλα δάχτυλα
τυφλά τα πρόσωπα, μαθαίνουν πρώτα την αφή
ύστερα τους ήχους και τέλος την οσμή.
μα πάντα με χέρια απλωμένα στέκουν

και κατάλαβα...

Περιμένουν απάντηση στις κρυφές ερωτήσεις τους
Ή τη σωστή ερώτηση για να δώσουν τη μόνη απάντηση που έχουν
"Βοήθησέ με"

και αφέθηκα...

Τα στόματα ανοίγουν και αιμοραγούν λέξεις
Τα μάτια λιώνουν σε δάκρυα χαράς ή λύπης.
Νέα χρώματα, νέες λάμψεις, νέες μυρωδιές
Και το σκοτάδι ενσωματώνεται στο φώς

Σκοτεινέ Μορφέα, δεν βλέπεις το συναίθημα μέσα μας;
Παρέλαύνουμε μπροστά σου γυμνοί χωρίς αναστολές
και μετά πεθαίνουμε χαμογελόντας και αναστενάζοντας
Ζούμε το όνειρο κάποιας ανώτερης μορφής ζωής.
Ξυπνά αυτή, τελειώνει το όνειρο, και εμείς αιθέρας.

Monday, August 25, 2008

Πόρνη

Της πόρνης η μάσκα κι αν κάποια στιγμή ραγίσει
η σάπια η χαρά της παραπάνω δεν θα ζήσει
Της πόρνης η καρδια κι αν κάποτε γεμίσει
δεν θα'ναι από αγάπη αλλά από συμφέρον για γαμίσι

Έχουν οι απρόσωποι θεοί μάτια και βλέπουν
κι αρρώστια και σήψη και σαπίλα φέρνουν
και οι θνητοί ρωτουν γιατι με τιμωρείς γιατί με καταδιώκεις;
κι αφου τη σιωπή τους παίρνουν για χρυσό
συνεχίζουν τα ίδια και τα ίδια ξανά και ξανά

Καληνύχτα μαλάκα
η ζωή σου είχε πλάκα

Άρρωστος στη σάρκα, σάπιος στη ψυχή
βαδίζω, νύχτα τώρα, ξανα προς την αυγή
Πέντε σε ένα αξίζει η προσφορά
τίποτα μη δίνεις μόνο παίρνε δανεικά

Ποια η αγωγή, το πρόβλημα κι η θλίψη
αύριο ξανά πλαγιάζω σε ψεύτικη αγκαλιά
με χαμόγελο ξυπνά η κόρη του χαζού
και γίνεται ερωμένη στα μάτια αλλουνού

Καληνύχτα μαλάκα
η ζωή σου είχε πλάκα

Επόμενε, όσο τυχερός κι αν νοιώθεις
προηγούμενε όσο απελπισμένος κι αν είσαι
γνώριζε πως αυτή για λίγο χαίρεται (μα για πάντα πενθεί)
καθώς κανείς δεν θέλει να της μιλήσει
ψάχνει μονο για γαμίσι

Καληνύχτα μαλάκες, νύχτα ήρθε
και νοιώθετε πως μπλέξατε. Θυμιθείτε
τη ζωή από μέσα σας αφήστε τη να αρμέξει
πάντα τρέφεται με αίμα αλλουνού ο σάπιος
γιατί ο σάπιος ψυχή δεν έχει και φαίνεται στα μάτια του
στο κενό και αγέλαστο βλέμα
στο παγερό και αδιάφορο χαμόγελο
στο ρηχό και ανούσιο τρόπο σκεψης
στις ψεύτικες και κάλπικες φιλοδοξίες του
στο ότι φοβάται την αλήθεια
στο ότι ζεί μέσα στο ψέμα
στο τρόπο που αγαπάει και μισεί
κυρίως και πάντα τον εαυτό του

Tuesday, January 29, 2008

Η υπεροψία των Ηλιθίων

Βήμα ταχύ και υπερήφανο
βλέμμα σκληρό και απότομο
στάχτες στα βλέφαρά τους
θολή, τυφλή η σκέψη τους
αδύνατο να εστιάσεις, να συγκεντρωθείς
υγρή η σκέψη και αυτή τώρα πάγωσε
οι ηλίθιοι πάντοτε αποφασίζουν για τους έξυπνους
οι νεκροί για τους ζωντανούς
οι ανίκανοι για τους ικανούς
το "πλήν" για το "σύν"
το αρνητικό συναίσθημα για το θετικό
όλα θυσιάζονται στο βωμό της αρνητικότητας
για αυτό βαραίνουμε και υποκρινόμαστε
τους αγιάτρευτα ευτυχισμένους

Monday, January 28, 2008

Νύχτα

Περίεργες υπάρξεις, αυτές που δεν μας ταιρίαζουν
Περίεργες οπτασίες, αυτές που θέλουν το κακό μας
Περίεργες εικόνες, αυτές που τραβάνε το βλέμμα μας

Όσο αυτές κι αν μας διώχνουν
εμείς σαν ορφανά παιδιά τις κυνηγάμε
αντλούμε υπομονή από τις ορέξεις τους
δημιουργούμε ψεύτικες ιδέες και ελπίδες
κι όλα αυτά για να συγχωρούμε λάθη
που ξέραμε από πριν πως θα γίνουν
γιατί όμως πάντα εν γνώση μας προχωρούμε;

Κι όταν η υπομονή εξαντληθεί
και η κοροϊδία φτάσει στο απροχώρητο
και δεν χωράει άλλη συγχώρεση
και η οργή για τον εαυτό μας
που κάναμε ξανά και ξανά το ίδιο λάθος
ξεπεράσει το απροσδόκητο, το αυτονόητο
τι κάνουμε;

Όταν ο εγωισμός τους προβάλει τα πιστεύω τους
τα δικαιώματά τους, τα ψεύτικα συναισθήματά τους
το ψέμμα τους που το κρύβουν;
Πως μπορούν;
Που το καταχωνιάζουν και δεν το θυμούνται;
Πως γίνεται να μην τους καίει σαν πυρινο θηρίο;
Δεν αξίζει τίποτα άλλο εκτός από αυτό που θέλουν
και εμείς τα καταπίνουμε
όπως καταπίνει το σπέρμα του πελάτη η πόρνη
περιμένοντας μετά την πληρωμή, για να ταϊσει το παιδί της
χωρίς να δίνει σημασία στις κακεντρεχείς ορέξεις του ανώμαλου γαμιά της

Ποιό το νόημα της συγχώρεσης όταν η συγνώμη είναι καινή;
Ποιό το νόημα της εμπιστοσύνης όταν οι απαντήσεις είναι πάντα αόριστες;
Ποιό το νόημα μιας καλής κουβέντας, όταν η απάντηση είναι κρύα;

Είμαστε περίεργα όντα.
Γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε και πεθαίνουμε πάντα μόνοι
μα πάντα φοβόμαστε την μοναξιά αυτή, σαν το καρκίνο
ενώ ο θάνατος και η ζωή παραμονεύουν πάντα στο επόμενο σταυροδρόμι;
Καμία σχέση!

Μόνοι μας πάντα μεγαλουργούμε
Μόνοι μας πάντα περνάμε τα όποια εμπόδια
Μόνοι μας πάντοτε μαθαίνουμε να ξεχνούμε
να συγχωρούμε, να μισούμε, να αγαπάμε
να Νοιώθουμε


Και να, η πανέμορφη νύχτα με καλεί
κοιτάω τα άστρα και είμαι σίγουρος
τα ψέματα που κατάπια για άλλη μια φορά
ήταν η υπογραφή, το βουλοκέρι της αλλαγής
της ίδιας μονότονης αλλαγής

"Έλα ξένε, έλα στην υπέροχη αγκαλιά μου
κοίτα βαθιά μέσα στην ανεξερεύνητη ματιά μου
μην περιμένεις βέβαια αγάπη και κατανόηση
αλλά εγώ δε θα σου πώ ποτέ ψέματα
ποτέ δε θα σ'αλλάξω, ποτέ δε θα σε κεραυνοβολήσω
δεν κρυβω εγωισμό, είμαι πουτάνα, και ξέρεις τι θέλω από εσένα
άσε τις άλλες που σου τάζουν τον ουρανο με τα άστρα
ξέρεις πολύ καλά πως σε μένα τη Νυχτα ανήκουνε"

Εμβρόντητος κοιτώ τρυγύρω μου.
Ποια φωνή ήταν αυτή;
Της Νύχτας η κατάμαυρη Ψυχή.
Αλήθεια. Η Αλήθεια!
Να τη αποζητώ, να για τι διψώ!
Κουράστηκα τους ψεύτικους ανθρώπους
Κουράστηκα να τους συγχωρώ
Άλλοι έρχονται σαν φίλοι έτοιμοι πάντα όμως να σε προδώσουν
Άλλες έρχονται προσφέροντας δώρα αγάπης και ομορφιάς
ξερνώντας σαν μυασματικές τον πράσινο εμετό της ζήλιας τους ή του εγωισμού τους
και κάποιοι άλλοι, έρχονται σαν δαίμονες τους πολεμάς
και όταν τους σκοτώσεις και νοιώσεις νικητής
βλέπεις πως ήταν άγγελοι...


Ω Νύχτα, αγκάλιασέ με απόψε
διώξε το κρύο που μου 'στειλες
το όπλο που κρατώ τι τό 'χω;
Ω Νύχτα με τα μύρια άστρα σου
σύ η μόνη αληθινή ερωμένη
και εσύ Σκοτάδι, εσύ
ο μόνος πραγματικός μου φίλος

Αυτόκλητος Ποιητής

Το ακροατήριο ανυπόμονο περίμενε τις επόμενες λέξεις του ποιητή
Αυτός, κατακλυσμένος από ένα αίσθημα αηδίας
για τα όντα της εποχής του βροντοφώναξε

"Η μυρωδιά του χώρου είναι αποπνικτική
κάτι δεν πάει και τόσο καλά, κάτι πάει λάθος
κάποιος ανάμεσά μας βρίσκεται εδώ για να χλευάσει
κάποιος ανάμεσά μας βρίσκεται εδώ για να γελάσει
Η μήτρα της μάνας τους όμως είναι αυτή
που τους κληρονόμησε τη μπόχα"

Το ακροατήριο, σαν ανυπότακτο και ατίθασο θηρίο
βρυχήθηκε με όλη του τη δύναμη
Λίγοι είχαν την όρεξη του μεθυσμένου άυτόκλητου ποιητή

Αυτός όμως συνέχισε

"Ο Ποιητής είναι νεκρός
ο κόσμος όλος το ξέρει και του το κρύβει
ακόμα και οι κόρες σας νομίζουν πως είναι άγιες
μα νόθες είναι οι μάνες σας, και μπάσταρδοι οι πατέρες σας
όπως νόθες είναι και οι σκέψεις σας και μπάσταρδες οι ψυχές σας
ο εγωισμός σας είν' η μόνη σας φροντίδα,
ο εαυτός σας η μόνη σας ανάγκη
αγάπη ψάχνετε στα ξένα μάτια
μα τα δικά σας μάτια διαλέγουνε τι βλέπουν
ψάχνετε για κάτι νέο, κάτι καινούργιο,
κάτι που θα έρθει και θα σας συγκλονίσει
μα όταν έρχεται φοβάστε, το αποφεύγετε
και το μισείτε και στο τέλος το απορρίπτετε
ποιοι και ποιές νομίζετε πως είστε;
μπάσταρδα παιδιά μπαστάρδων,
νόθοι γόνοι ηλιθίων

Ο Ποιητής είναι νεκρός
κοιτάξτε το κεφάλι του που βλέπει.
Ψηλά κοιτά, με απόγνωση για τούτο το παρόν
που θάνατος τον τρυγυρνά σε κάθε σκέψη και κάθε βήμα
ακόμα και η αγάπη προάγγελος θανάτου είναι
ακόμα και η φιλία προθάλαμος προδοσίας
ακόμα και η κοινωνία δημιουργός της δυσωδοίας
το αιδίο σας κυβερνά, το πέος σας εμπνέει
κι όχι η καρδια και το μυαλό

Κοιτά ψηλά η κεφαλή του, άψυχη κι ακίνητη
ψηλά στα μύρια αστέρια του νυχτερινού ουρανού
και μόνο μία σκέψη κυριαρχεί στα άδυτα του νού του
"Κι αν τ'αστέρια δεν είναι κοσμικές άψυχες πέτρες;
Κι αν είναι ανθρώπινες ψυχές;
Κάθε άστρο και μια ψυχή που τρεμοσβήνει αγχωτικά;
Κι αν τα αστέρια είν' τα μάτια του Θεού που παρατηρούν τα πάντα
σαν τις κρυφές κάμερες στις εθνικές οδούς και τις πλατείες;"

Το ακροατήριο χαμένο στη μετάφραση των λέξεων
αναρωτήθηκε αρχικα μα ύστερα αναπαύθηκε στη σκέψη
πως για άλλη μια φορά ο αυτόκλητος ποιητής λέει ασυναρτησίες
αυτή τη φορά δεν κρατήθηκαν και όρμησαν κατα ομάδες
άλλοι κλώτσαγαν, άλλοι δάγκωναν,
άλλοι ξέσκιζαν τις σάρκες της ψυχής του

Και καθώς η ψυχή του αυτόκλητου Ποιητή
άφηνε το σώμα του με φωνή δυνατή ούρλιαξε

"Ο Ποιητής νεκρός
μάνα νά 'τος, ο δικός σου γιός!
γεννήθηκε στο φώς!
αγάπησε το φώς!
μα τώρα να, κείτεται νεκρός
μόνος και νεκρός..."

Thursday, January 24, 2008

Ο άνθρωπός σου

.Πρόλογος.
Πες μου μια καλή κουβέντα..
Κάτι, ξέρω 'γω, πιο όμορφο
κι ας είναι κοινότυπο
κι ας έχει ειπωθεί χίλιες φορές
στείλε ένα φιλί στα σύννεφα
ή ένα απλό χαμόγελο
άσε υπόνοια, πνοή χαδιού,
φύσιμα αγκαλιάς...

.Εισαγωγή.
Μην ρίχνεις τον άνθρωπό σου στη μιζέρια
μην τον αφήνεις να νοιώθει μόνος
γιατί είναι εκεί που είναι μόνο για σένα
για σένα νοιώθει τη χαρά
για σένα στεναχωριέται
κι απ' τις πράξεις σας, κυρία μου,
θυμώνει ή χαίρεται

.Ενδιαφέρον.
Μην ακυρώνεις αυτά που παίρνεις
είναι δείγματα ενδιαφέροντος
Μην διστάζεις να μοιραστείς τις σκέψεις σου, να ανοιχθείς
να πείς δυο λέξεις κλασσικές μα ειλικρινείς
υπέθεσε πως ο άλλος νοιώθει ευάλωτος, μικρός
και σ'έχει ανάγκη μόνο για 'κείνη τη μια στιγμή
μπες στη θέση του, στη σκέψη του και νιώσε
πως κι αυτός μπορεί να νοιώθει

.Εγωισμός.
Κι αν κάτι τον πειράζει πραγματικά
θυσίασέ το, όπως κι εκείνος κάνει
γιατί ο εγωισμός όταν μετράει περισσότερο
τότε αυτός που αγαπάς, φιλάς και αγκαλιάζεις
είναι απλά και μόνο ο εαυτός σου

.Συμπαράσταση.
Μην πληγώνεις τον άνθρωπό σου
ότι γράφει για σένα το γράφει
ότι μισεί το μίσησε επειδή σε έβλαψε
ίσως έτσι αυτός συμπαραστέκεται
ενώ εσύ απομονώνεσαι
γιατί η ζωή του διαλύεται
ενώ εσένα φτιάχνεται

.Ελεημοσύνη.
Μην τον αφήνεις να αποζητά τη θέρμη
όπως ο ζητιάνος τη σκεπή
όπως ο πεινασμένος τη τροφή
γιατί τότε πληγώνεται και πικραίνεται
καθώς ότι δίνεις είναι σαν να το δίνεις από οίκτο

.Επικοινωνία.
Αν δίνεις σημασία σε πράγματα μικρά
κι αυτός ποτέ δεν το καταλαβαίνει
πες το με τρόπο, εξήγησε, δείξε υπομονή
ζήτα και θα πάρεις, γιατί είναι ο άνθρωπός σου
λόγο δεν έχει να αρνηθει, ένα "ναι" κι αυτός να πεί

.Επίλογος.
Είναι πάντα αυτός
που θα πεί μια καλή κουβέντα
που δεν θα σε ρίξει στη μιζέρια
που δεν ξέχνά αυτά που παίρνει από εσένα
που θυσιάζει δίχως σκέψη εγωισμό και ευχαρίστηση
που ποτέ δε σε πληγώνει με πρόθεση
[ποτέ δε σε πικραίνει]
που δίνει αξία σε ότι έχει σε σένα σημασία
γιατί αυτός έτσι νοιώθει
νοιώθει όπως πάντα ένιωθε
ακόμα και όταν δεν επιστρέφεται ο χαρακτηρισμός
...ο άνθρωπός σου...