Thursday, December 28, 2006

Χάσιμο Χρόνου

Πώς να μισήσεις κάποιον που αγάπησες;
Πώς να αλλάξεις ρότα σε μια στιγμή;
Πώς να εξηγήσεις το ψέμα που άκουγες τόσο καιρό;
Πώς να χωρέσει ο νούς μια απάτη τόσο απρόσμενη;

Η ευαισθησία που δείχνεις μια φορά
πληρώνεται με προδοσία και ψέμα
και οι λέξεις
κάποιες φορές δεν φτάνουν να περιγράψουν
το πλήθος των ανάμικτων συναισθημάτων

Περιμένεις, ονειρεύεσαι ζείς στη φαντασία
που τρέφεται με εικόνες κατασκευασμένες
ικανές να στηρίξουν τη παράνοιά σου
ξάφνου καταλαβαίνεις ότι αγαπάς ένα όνομα
μια εικόνα, ένα ψέμα, έναν άνθρωπο που δεν υπάρχει
μια σκια του νου, μια σταγόνα στη βροχή.

Ακόμα και οι αναμνήσεις σου είναι ψεύτικες
βασίζονται σε σκέψεις και σε όνειρα που είχες κάνει
άτιμη, της ψωνισμένης γυναίκας, η ψυχή,
ιδίως αν είναι παιδική, ανώριμη, παρθένα.

Πώς να μισήσεις κάποιον που δεν καταλλαβαίνει;
Πώς να εξηγήσεις σε ένα παιδικό, ανώριμο μυαλο;
Χάσιμο χρόνου...

Tuesday, December 19, 2006

Επίλογος

Σαν γεννήθηκα κρύψανε οι θεοί
το φως του ήλιου απ' τα μάτια μου
τους ήχους της ζωής από τα αυτιά μου
τις μυρωδιές της ανανέωσης από τη μύτη μου
την τρυφερότητα της αγάπης από την αφή μου

Έψαξα και ξανά έψαξα
για χρόνια, μήνες και για μέρες
κάθε λεπτό και κάθε δευτερόλεπτο
να βρω αυτά που άδικα μου στέρησαν

Βρήκα το φως του ήλιου στα δυο της μάτια
τους ήχους της ζωής στο γέλιο της
τις μυρωδιές της ανανέωσης στον αέρα των μαλλιών της
την τρυφερότητα της αγάπης στο απρόσμενο χάδι της

Γύρισα στον οίκο των πατέρων μου,
χαρούμενος και υπερήφανος για πρώτη φορά
και τους εκμυστηρεύτηκα τις προθέσεις μου
Θεοί, πατέρες, αρωγοί του χαρακτήρα μου
με ράπισαν, με τιμώρησαν για την αυθάδειά μου

Επειδή τόλμησα και αντικατέστησα
το φως του ήλιου με τα μάτια της
τους ήχους της ζωής με το γέλιο της
τις μυρωδιές της ανανέωσης με τα μαλλιά της
τη τρυφερότητα της αγάπης με το χάδι της

Θεοί, πατέρες, οδηγοί της ζωής και του σκοπού μου
δολοπλόκησαν, σαμποτάρισαν ώσπου με κατέστρεψαν
για την αυθάδειά μου να χαρώ,
να γελάσω να θελήσω να τη δω.

Επειδή τόλμησα και ονειρεύτηκα
τα μάτια της στα μάτια μου
το γέλιο της στα αυτιά μου
τον αέρα των μαλλιών της στη μύτη μου
το χάδι της στο χέρι μου

Επειδή αρωγός του χαρακτήρα μου
καθοδηγός της ζωής και του σκοπού μου
ήταν πια το συναίσθημα και η καρδιά
και όχι η φιλοδοξία και ο νους μου

Επειδή όταν έπρεπε να βυθίζομαι στο σκοτάδι
το φως των ματιών της το διέλυε
κι αντί να βασανίζομαι από τους δαίμονες της σιωπής
ο ήχος του γέλιου της τους έδιωχνε
κι όταν πνιγόμουν από τη βρώμα της σημερινής εποχής
ο αέρας των μαλλιών της, έφερνε τις μυρωδιές της θάλασσας
κι όταν η σκληρότητα του καθημερινού πολέμου με γέμιζε πληγές
το χάδι της στο χέρι μου τις έκλεινε

Χαρείτε ουράνιοι Πατέρες και θεοί
γιατί ο λέων έχασε τη χαίτη του
και το βλέμμα του έχασε τη λάμψη του

Γιατί όπως και τότε στη γέννα του
του στερήσατε σε μια βραδιά, του κλέψατε
το φως του ήλιου απ' τα μάτια του
τους ήχους της ζωής από τα αυτιά του
τις μυρωδιές της ανανέωσης από τη μύτη του
την τρυφερότητα της αγάπης από την αφή του

Υπερήφανε Αλέξανδρε

Μια δικαιολογία
Μια κρυφή αιτία
Ένα καινό, λέξεις

Άπειρες ώρες σκέψης
και ένας πόνος
όμοιος με κανέναν άλλον
πρωτόγνωρος

Υπερήφανε Αλέξανδρε
Πανίσχυρε Αλέξανδρε
θυμήσου αυτές τις στιγμές
χάραξε τες στη μνήμη σου
σαν μάθημα, σαν δίδαγμα
Που η δυνατή φωνή σου
λύγισε και έσπασε και κρύφτηκε
μέσα σε αναφιλητά

Υπερήφανε Αλέξανδρε
που ξέχασες αυτά που δίδασκες:

Ποτέ μη πληγώσεις μια γυναίκα,
πλήγωνε τον εαυτό σου καλύτερα

Ποτέ μη αφήσεις να σε θεωρήσουν δεδομένο
το μυστήριο του αγνώστου είναι ανανέωση

Κάθε γυναίκα είναι ένα ανοιξιάτικο μπουμπούκι
θέλει φροντίδα, ανοχή, υπομονή και περιποίηση
για να ανοίξει και να σου φανερώσει την ομορφιά
που έκρυβε σε όλη της τη προηγουμένη ζωή

Κάθε γυναίκα είναι ένα εύθραυστο διαμάντι.
Φαινομενικά πανίσχυρο μα κατά βάθος ευάλωτο.
Αν το ραγίσεις δεν ξανακολάει

Διάλεξε μία που σου ταιριάζει
και δώσε της τα πάντα χωρίς να ζητάς
αν πληγωθείς θα αποκτήσεις ένα μάθημα
αν την κερδίσεις θα αποκτήσεις μια βασίλισσα

Υπερήφανε Αλέξανδρε,
μέγιστε, τρανέ, ανίκητε
πως σιώπησε η υβριστική φωνή σου
από τα μάτια μιας γυναίκας;
Ξέχασες να προφυλάξεις
την αχίλλειο πτέρνα σου
δε πειράζει, ας είναι
κι ο Αχιλλέας ο ίδιος ήξερε
αλλά παρόλα αυτά πήγε στη Τροία.

Είναι της μοίρας και των άστρων
κάποιες συγκυρίες
μας έφεραν την αλλαγή
φως στο σκοτάδι μας
ένα λιμάνι για το πλοίο μας
μια ανακωχή στο πόλεμο

Είναι της μοίρας και των άστρων
να τελειώσει έτσι,
δίχως αποχαιρετισμό
δίχως πραγματική αγάπη;

Πόσες θυσίες απαιτείται Αλέξανδρε;
Για να σπάσει ο ιστός τη μοναξιάς
που μας εγκλωβίζει όλους;
Τι χρειάζεται να γίνει
για να μπει κάποιος στο μυαλό μιας γυναίκας
και να της δώσει να καταλάβει πραγματικά
ότι αυτό που νοιώθει είναι αληθινό
και να διώξει το φόβο της
που δημιουργεί συγκρούσεις, ανασφάλειες, πανικό
και οδηγεί ξανά στη μοναξιά
μα με ένα ανεπανάληπτο και πρωτόγνωρο
συναίσθημα κενότητας και πόνου

Καλωσόρισες στο πατρικό σου
Υπερήφανε Αλέξανδρε
ωραία τα κατάφερες
πρωτοπόρε και στην αποτυχία

Πλήγωσες μια γυναίκα,
πλήγωσες και τον εαυτό σου

Τη θεώρησες δεδομένη
και εθεωρήθης δεδομένος
έπαψε πια να είναι μυστήριο
έπαψε η ανανέωση

Πήρες ένα πολύτιμο πανάκριβο διαμάντι
και το έσπασες σε χίλια κομμάτια
για να δεις απλά τι κρύβει μέσα
ανυπόμονος όπως πάντα
δεν περίμενες να έρθει ο καιρός
που θα άνοιγε μονάχο του
όπως τα ανοιξιάτικα μπουμπούκια σκαν
και φανερώνουν την κρυμμένη τους ομορφιά

Αν το ραγίσεις δεν ξανακολάει...έλεγες
Εσύ το έσπασες...

Wednesday, December 13, 2006

Αιώνιος Λέων

Στη μια στιγμη που γεννιέται το φώς
και το όνειρο ισορροπεί στον ύπνο μας
δίνουν το παρόν οι φύλακες και οι καθοδηγοί

Προσδίδουν μια νέα αίγλη στο καθημερινό βάρος
Όλα είναι πρόσκαιρα, στιγμιαία, μοναδικά
Η σημερινή στιγμή δεν θα ξαναυπάρξει
Η στάση ζωής δεν αλλάζει, όπως και η υπόσταση

Οι Άρχοντες των 5 Οίκων
με χρίσαν αδερφό τους
εμένα, τον πρόδρομο του λιονταριού
τον υιό ενός ξεπεσμένου στην ιστορία θεού.

Οι Άρχοντες προσφέραν δώρα και λύπες
δοκιμασίες ήταν το κόστος και ανοχή ο τρόπος
Για να γίνεις άτρωτος στο δηλητήριο
πρέπει να ποτίζεσαι με αυτό σε μικρές ποσότητες
σιγά σιγά αυξανοντάς τες έως ότου να μη σε ακουμπά

Έτσι είναι και η ζωή,
άτρωτος, αθάνατος, απρόβλεπτος
σαν τα τρία στοιχεία ενωθούν
ξεκοιλιάζεται η θνητότητα του σάπιου ανθρώπου
και γίνεται Λέοντας.

Οι Άρχοντες προσφέρουν παραδείγματα
ή ζείς σαν άνθρωπος και πεθαίνεις σαν πρόβατο
η ζείς σαν πρόβατο και πεθαίνεις σαν Λέοντας.

Ξημέρωμα

Μύριες σκέψεις, λόγια
δικαιολογίες δίχως λογική
χρονοβόρες αναλύσεις
καθόλου πραγματισμός

Πνευματική αιμοραγία
ένα παλιό γνώριμο συναίσθημα
μια συγκαταβατική μελαγχολία

Πρόσκαιρη;
Πότε!

Καθώς το ψέμα της νύχτας υποχωρούσε
και με καλοσώριζε το φώς της νέας μέρας
συνειδητοποίησα πώς κάθε πρόβλημα
ξεκινάει από την ανθρώπινη αδυναμία
να κατανοήσει αυτά που συμβαίνουν γύρω του

Πάντα ακολουθεί ένας νέος ήλιος
ένα ολοκαίνουργιο πρωινό
όμοιο του οποίου ποτέ δεν προυπήρξε
οπότε όλα φαίνονται πιο καθαρά
όπως πραγματικά είναι
πιο όμορφα πιό ήρεμα
τραγικά και απολαυστικά απλά

Οι Λέοντες δεν κάνουν υποχωρήσεις,
δεν πεθαίνουν στο σκοτάδι
δεν προδίδουν τα πιστεύω τους
δεν αλλάζουν στάση ζωής
δεν παραδίδονται, ούτε μεταλλάσονται
δεν κοιτούν να επιβιώσουν
Οι Λέοντες δεν κάνουν συμφωνίες με ανθρώπους
ακόμα και αν είναι καταδικασμένοι
να πεθάνουν σαν πρόβατα

Monday, December 04, 2006

Επίλογος;

Χαλάρωσε τα ξεραμένα χείλη του
σε μια απόπειρα να ανακουφιστεί, τα έγλυφε
θυμίθηκαν το φιλί που χρώσταγαν

Προσπάθησε να κουνηθεί, αδύνατο.
Τα πόδια του βυθισμένα στο παγωμένο μάρμαρο
έμεναν ακίνητα, μουδιασμένα
Πόσες ώρες είχαν περάσει;
Πόσες ώρες ταξίδεψε στη μελαγχολία του παρελθόντος;

Οι σκέψεις τόσο δυνατές
που τις άκουγε στ'αυτιά του σαν φωνές
Ξεροκαταπίνοντας ψυθίρισε για άλλη μια φορά
μια πανάρχαια βλασφήμια, ύβρις
"Δεν υπάρχει θεός..."

Ειρωνικό το ότι μόλις μια βραδια πρί τον ευχαριστούσε
"Σε ευχαριστώ Ω Κύριε, για το λευκο φώς
που αν και εκτυφλωτικό μου έδειχνε νέα χρώματα
νέες εικόνες και με γέμισε με νέα συναισθήματα
Σε ευχαριστώ Πατέρα, για τη γενναιοδωρία σου"

Ειρωνικό που όλα αυτά ψυθίριζε μόλις μια βραδια πρίν

"Δεν υπάρχει θεός, κι αν υπάρχει με μισεί
Γιατί ώ Πατέρα, γιατί;΄"

Απ' την αρχή κυρίαρχη πράξη το κρυφτό
έπρεπε να κρύβει τη χαρά που τη γνώρισε
τώρα πρέπει να κύβει τη θλίψη που τη χάνει
που την έχασε ήδη μα ακόμα του το κρύβει και αυτή
"Μη φύγεις, που πάς και εσύ, που πας; Γιατί;"

Έσφυξε τα χείλη του, τέτοιες φράσεις δε πρέπει
μήτε θνητού μήτε αθανάτου τη σκέψη να δραπετεύουν
Δικό του ήταν το φταίξιμο, δική του η ευθύνη
Δική του η στιγμή και η αποτυχία εκείνη

Σε μια απόπειρα ανακούφισης δάκρυσε
θυμίθηκε ένα χαμόγελο κρυμμένο και αυτό απ' τους πολλούς
Ξάπλωσε ανάσκελα κοιτώντας τις σκιές
που χόρευαν στο σκοτάδι αόρατες και άοσμες
από θνητου νηφάλιο μάτι και ρουθούνι.

Καλοσώρισε τον επερχόμενο εφιάλτη
που του προμύνισαν στους ψυθίρους τους
Κλείνοντας τα βουρκωμένα μάτια του
χαμογέλασε κρύβοντας τη πίκρα του και είπε

"Και τώρα πάλι μόνοι μας, εγώ και εσύ
σκιά σκοτεινή, ερείπιο του οίκου του φωτός
και τώρα πάλι οι δυο μας, εγώ και εσύ
σκοτάδι φίλε μου, σπίτι, καταφύγιο και ναέ μου"

Καθώς οι τελευταίες χαρούμενες αναμνήσεις
στραγγίζονταν από τους δαίμονες της νύχτας
πριν ξεχάσει μια για πάντα τις στιγμές εκείνες
τις στιγμές χαράς και ζωής που ίσως πέρασαν μαζί
θυμίθηκε νεκρός πια τώρα τα μάτια και το χαμόγελό της
και τη θλίψη που έκρυβαν αυτά όταν τη γνώρισε
όταν όλοι κρύβονταν απο όλους
όταν όλοι έκρυβαν τα πάντα από τους πάντες
όταν το μόνο που είχε να κρύψει
ήταν η αγάπη του...